lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παράρτημα στα ιταλικά

Λέξη:
παράρτημα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (12):
accessorio, addizione, aggiunta, allegato, appendice, aumento, completamento, giunta, incremento, indennità, somma, supplemento
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά παράρτημα, παράρτημα καστοριάς, παράρτημα ελλάδας του ιδρύματος ρόζα λούξεμπουργκ, παράρτημα διπλώματος, παράρτημα ασφαλείας αθηνών, παράρτημα ανακοινώσεων συμβάσεων μίσθωσης έργου (σμε), παράρτημα στα ιταλικά, accessorio στα ελληνικά
παράρτημα στα ιταλικά