lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παράρτημα στα τσεχική

Λέξη:
παράρτημα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (24):
apendix, dodatek, dodatky, doložka, doplněk, náhrada, podpora, povolení, připojený, přirážka, přídavek, přídavný, příloha, příplatek, přírůstek, přísada, příspěvek, přístavba, přístavek, přívěšek, sčítání, udělení, vedlejší, zabrání
Σχετικές λέξεις:
τσεχική παράρτημα, παράρτημα καστοριάς, παράρτημα ελλάδας του ιδρύματος ρόζα λούξεμπουργκ, παράρτημα διπλώματος, παράρτημα ασφαλείας αθηνών, παράρτημα ανακοινώσεων συμβάσεων μίσθωσης έργου (σμε), παράρτημα στα τσεχική, apendix στα ελληνικά
παράρτημα στα τσεχική