lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συγκεντρώνομαι στα δανική

Λέξη:
συγκεντρώνομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 14)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (16):
afgrøde, avling, dynge, forsamle, forsamles, hamstre, hop, høg, høst, høste, mønstr, pille, plukke, samba, samle, tårne
Σχετικές λέξεις:
δανική συγκεντρώνομαι, συγκεντρώνομαι συνωνυμα, συγκεντρώνομαι στα αγγλικα, συγκεντρώνομαι ετυμολογια, συγκεντρώνομαι αντίθετα, δεν συγκεντρώνομαι, συγκεντρώνομαι στα δανική, afgrøde στα ελληνικά
συγκεντρώνομαι στα δανική