lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συγκεντρώνομαι στα λευκορωσίας

Λέξη:
συγκεντρώνομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 14)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (5):
гатаваць, збіраць, падаваць, засяроджваць, сканцэнтроўваць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας συγκεντρώνομαι, συγκεντρώνομαι συνωνυμα, συγκεντρώνομαι στα αγγλικα, συγκεντρώνομαι ετυμολογια, συγκεντρώνομαι αντίθετα, δεν συγκεντρώνομαι, συγκεντρώνομαι στα λευκορωσίας, гатаваць στα ελληνικά
συγκεντρώνομαι στα λευκορωσίας