lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λόφος στα ισπανικά

Λέξη:
λόφος (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (11):
cerro, colina, elevación, erección, estrado, loma, monte, otero, pendiente, pezón, prominencia
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά λόφος, λόφος φιλοπάππου χάρτης, λόφος φιλοπάππου, λόφος στρέφη, λόφος σικελίας, λόφος πνύκας, λόφος στα ισπανικά, cerro στα ελληνικά
λόφος στα ισπανικά