lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στενός στα ισπανικά

Λέξη:
στενός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (9):
angosto, apretado, chico, estrecho, exiguo, menudo, pequeño, ajustado, entallado
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά στενός, στενός τράχηλος, στενός συνώνυμα, στενός συγγενής διάσημης ελληνίδας παρουσιάστριας συμμετείχε σε εγκληματική ομάδα, στενός κόλπος, στενός κορσές, στενός στα ισπανικά, angosto στα ελληνικά
στενός στα ισπανικά