lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στενός στα νορβηγικά

Λέξη:
στενός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (9):
knapp, knepen, liten, snever, stram, tett, trang, tettsittende, smal
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά στενός, στενός τράχηλος, στενός συνώνυμα, στενός συγγενής διάσημης ελληνίδας παρουσιάστριας συμμετείχε σε εγκληματική ομάδα, στενός κόλπος, στενός κορσές, στενός στα νορβηγικά, knapp στα ελληνικά
στενός στα νορβηγικά