lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αερίζω στα ιταλικά

Λέξη:
αερίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (5):
aerare, arieggiare, ventilare, annusare, fiutare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά αερίζω, αερίζω στα ιταλικά, aerare στα ελληνικά
αερίζω στα ιταλικά