lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αερίζω στα πορτογαλικά

Λέξη:
αερίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (5):
arejar, ventilar, humor, olhadelas, ornear
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά αερίζω, αερίζω στα πορτογαλικά, arejar στα ελληνικά
αερίζω στα πορτογαλικά