lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βάρβαρος στα νορβηγικά

Λέξη:
βάρβαρος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (8):
barbar, barbarisk, bister, kåt, vill, vilter, villmann, grusom
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά βάρβαρος, φυτό βάρβαρος, ευγενής βάρβαρος, βάρβαρος συνώνυμα, βάρβαρος συνωνυμο, βάρβαρος ετυμολογία, βάρβαρος στα νορβηγικά, barbar στα ελληνικά
βάρβαρος στα νορβηγικά