lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βάρβαρος στα λευκορωσίας

Λέξη:
βάρβαρος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (5):
варвар, бязлітасны, жорсткі, люты, страшэнны
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας βάρβαρος, φυτό βάρβαρος, ευγενής βάρβαρος, βάρβαρος συνώνυμα, βάρβαρος συνωνυμο, βάρβαρος ετυμολογία, βάρβαρος στα λευκορωσίας, варвар στα ελληνικά
βάρβαρος στα λευκορωσίας