lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μουρμουρίζω στα ιταλικά

Λέξη:
μουρμουρίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (6):
balbettare, borbottare, brontolare, fusa, mormorare, ringhiare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά μουρμουρίζω, μουρμουρίζω συνόνυμα, μουρμουρίζω στα αγγλικά, μουρμουρίζω αγγλικά, μουρμουρίζω στα ιταλικά, balbettare στα ελληνικά
μουρμουρίζω στα ιταλικά