lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μουρμουρίζω στα σουηδικά

Λέξη:
μουρμουρίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (3):
mumla, knorra, muttra
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά μουρμουρίζω, μουρμουρίζω συνόνυμα, μουρμουρίζω στα αγγλικά, μουρμουρίζω αγγλικά, μουρμουρίζω στα σουηδικά, mumla στα ελληνικά
μουρμουρίζω στα σουηδικά