lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μουρμουρίζω στα ουκρανικά

Λέξη:
μουρμουρίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά μουρμουρίζω, μουρμουρίζω συνόνυμα, μουρμουρίζω στα αγγλικά, μουρμουρίζω αγγλικά, μουρμουρίζω στα ουκρανικά, нарікати στα ελληνικά
μουρμουρίζω στα ουκρανικά