lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μουρμουρίζω στα ουγγρική

Λέξη:
μουρμουρίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (4):
motyog, dörmögni, dorombol, morogni
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική μουρμουρίζω, μουρμουρίζω συνόνυμα, μουρμουρίζω στα αγγλικά, μουρμουρίζω αγγλικά, μουρμουρίζω στα ουγγρική, motyog στα ελληνικά
μουρμουρίζω στα ουγγρική