lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συγκροτώ στα λευκορωσίας

Λέξη:
συγκροτώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (10):
вызначаць, назначаць, прызначаць, састаўляць, складаць, складваць, укладаць, адбыцца, ствараць, будаваць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας συγκροτώ, συγκροτώ συνώνυμο, συγκροτώ συνώνυμα, συγκροτώ english, συγκροτώ στα λευκορωσίας, вызначаць στα ελληνικά
συγκροτώ στα λευκορωσίας