lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συντομεύω στα λευκορωσίας

Λέξη:
συντομεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας συντομεύω, συντομεύω στα λευκορωσίας, абмяжоўваць στα ελληνικά
συντομεύω στα λευκορωσίας