συντομεύω στα αγγλικά συντομεύω στα τσεχική συντομεύω στα γερμανικά συντομεύω στα δανική συντομεύω στα ισπανικά συντομεύω στα γαλλικά συντομεύω στα νορβηγικά συντομεύω στα ρωσικά συντομεύω στα σουηδικά συντομεύω στα λευκορωσίας συντομεύω στα φινλανδικά συντομεύω στα πορτογαλικά συντομεύω στα ουκρανικά συντομεύω στα πολωνική
βαθμιαίος στα γερμανικά έπαρση στα ισπανικά δεσμεύω στα νορβηγικά κανό στα γαλλικά γαλέρα στα λευκορωσίας
δεσμεύω στα αγγλικά βαθμιαίος συνώνυμο έξαρση συνώνυμο κανό αγορά ρωμαική γαλέρα