lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στρίβω στα λιθουανική

Λέξη:
στρίβω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-λιθουανική
Μεταφράσεις (2):
perversmas, revoliucija
Σχετικές λέξεις:
λιθουανική στρίβω, στρίβω συνώνυμο, στρίβω δια του αρραβώνοσ, conjugate στρίβω, στρίβω στα λιθουανική, perversmas στα ελληνικά
στρίβω στα λιθουανική