lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καρυκεύω στα νορβηγικά

Λέξη:
καρυκεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (4):
beta, mariner, nedlegge, sylte
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά καρυκεύω, καρυκεύω στα νορβηγικά, beta στα ελληνικά
καρυκεύω στα νορβηγικά