lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καρυκεύω στα σουηδικά

Λέξη:
καρυκεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (2):
beta, marinera
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά καρυκεύω, καρυκεύω στα σουηδικά, beta στα ελληνικά
καρυκεύω στα σουηδικά