lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καρυκεύω στα πολωνική

Λέξη:
καρυκεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
πολωνική καρυκεύω, καρυκεύω στα πολωνική, zaprawiać στα ελληνικά
καρυκεύω στα πολωνική