lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πέφτω στα ουγγρική

Λέξη:
πέφτω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (11):
csökkenés, esik, hanyatlás, jutni, leesik, leesni, lehull, lezuhanni, mosogató, összedől, összeomlás
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική πέφτω, πέφτω ψηλά στίχοι, πέφτω ψηλά, πέφτω συνώνυμα, πέφτω στο κενό, πέφτω ονειροκρίτης, πέφτω στα ουγγρική, csökkenés στα ελληνικά
πέφτω στα ουγγρική