lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πέφτω στα γαλλικά

Λέξη:
πέφτω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (22):
abattre, affaler, baisser, capoter, choir, chuter, compéter, couler, crachiner, crouler, déchoir, dégringoler, incomber, pacager, paître, pleuvoir, pâturer, retomber, succomber, tomber, échoir, écrouler
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά πέφτω, πέφτω ψηλά στίχοι, πέφτω ψηλά, πέφτω συνώνυμα, πέφτω στο κενό, πέφτω ονειροκρίτης, πέφτω στα γαλλικά, abattre στα ελληνικά
πέφτω στα γαλλικά