lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βουλώνω στα ουκρανικά

Λέξη:
βουλώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (4):
жмуток, закрийте, затикати, конопатьте
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά βουλώνω, βουλώνω στα ουκρανικά, жмуток στα ελληνικά
βουλώνω στα ουκρανικά