lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βουλώνω στα πορτογαλικά

Λέξη:
βουλώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
arrolhar, atascar, tampar, tapar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά βουλώνω, βουλώνω στα πορτογαλικά, arrolhar στα ελληνικά
βουλώνω στα πορτογαλικά