lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βουλώνω στα ιταλικά

Λέξη:
βουλώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (6):
intasare, otturare, ostruire, tamponare, tappare, turare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά βουλώνω, βουλώνω στα ιταλικά, intasare στα ελληνικά
βουλώνω στα ιταλικά