lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: παζαρεύω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bargain, haggle
παζαρεύω
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
smlouvat
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
feilschen, handeln
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
forhandle, pruste
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
negociar, regatear
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
chipoter, marchander
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mercanteggiare
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forhandle, prute
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
приторговывать, торговать
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
alkudni, alkudozik, alkudozni, alkuszik
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
regatear
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
targować