lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανάβω στα πολωνική

Λέξη:
ανάβω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (5):
rozpalać, rozżarzyć, zapalać, zapalić, zapłonąć
Σχετικές λέξεις:
πολωνική ανάβω, ανάβω όλα τα φωτα, ανάβω φωτιά, ανάβω μια φωτιά, ανάβω με τσιγάρα στίχοι, ανάβω με τσιγάρα, ανάβω στα πολωνική, rozpalać στα ελληνικά
ανάβω στα πολωνική