lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανάβω στα φινλανδικά

Λέξη:
ανάβω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (2):
sytyttää, kiihdyttää
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά ανάβω, ανάβω όλα τα φωτα, ανάβω φωτιά, ανάβω μια φωτιά, ανάβω με τσιγάρα στίχοι, ανάβω με τσιγάρα, ανάβω στα φινλανδικά, sytyttää στα ελληνικά
ανάβω στα φινλανδικά