lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συνδέω στα πολωνική

Λέξη:
συνδέω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (4):
kojarzyć, połączyć, przyłączać, łączyć
Σχετικές λέξεις:
πολωνική συνδέω, συνδέω συνώνυμα, συνδέω με κάιρο, συνδέω κλίση, συνδέω ετυμολογία, συνδέω αόριστος, συνδέω στα πολωνική, kojarzyć στα ελληνικά
συνδέω στα πολωνική