βοηθητικός στα αγγλικά βοηθητικός στα τσεχική βοηθητικός στα γερμανικά βοηθητικός στα δανική βοηθητικός στα ισπανικά βοηθητικός στα γαλλικά βοηθητικός στα ιταλικά βοηθητικός στα νορβηγικά βοηθητικός στα ρωσικά βοηθητικός στα σουηδικά βοηθητικός στα φινλανδικά βοηθητικός στα πολωνική βοηθητικός στα βουλγαρικά βοηθητικός στα λευκορωσίας βοηθητικός στα εσθονική βοηθητικός στα κροατικά βοηθητικός στα ουγγρική βοηθητικός στα λιθουανική βοηθητικός στα ουκρανικά
άλογο στα τσεχική τάξη στα ουκρανικά ευλάβεια στα αγγλικά χαμηλός στα τσεχική νυχτερινός στα σουηδικά