lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βοηθητικός στα ισπανικά

Λέξη:
βοηθητικός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (6):
accesorio, inferior, subalterno, subordinado, auxiliar, sucursal
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά βοηθητικός, βοηθητικόσ συνώνυμα, βοηθητικόσ πάγκοσ κουζίνασ, βοηθητικός χώρος ε9, βοηθητικός χώρος 4014, βοηθητικός χώρος, βοηθητικός στα ισπανικά, accesorio στα ελληνικά
βοηθητικός στα ισπανικά