lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φορτώνω στα πορτογαλικά

Λέξη:
φορτώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (5):
carregar, incumbir, agravar, agravares, gravar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά φορτώνω, χρόνια φορτώνω, φορτώνω συνώνυμα, φορτώνω slang, συνωνυμα φορτώνω, φορτώνω στα πορτογαλικά, carregar στα ελληνικά
φορτώνω στα πορτογαλικά