lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φορτώνω στα αγγλικά

Λέξη:
φορτώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (7):
afflict, burden, burthen, charge, saddle, aggravate, weight
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά φορτώνω, χρόνια φορτώνω, φορτώνω συνώνυμα, φορτώνω slang, συνωνυμα φορτώνω, φορτώνω στα αγγλικά, afflict στα ελληνικά
φορτώνω στα αγγλικά