lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ενοποιώ στα σουηδικά

Λέξη:
ενοποιώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (5):
associera, ena, normera, återförena, förena
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά ενοποιώ, ενοποιώ στα σουηδικά, associera στα ελληνικά
ενοποιώ στα σουηδικά