lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μπισκότο στα σουηδικά

Λέξη:
μπισκότο (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (7):
bakelse, dopp, kaka, krake, kavring, käx, skorpa
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά μπισκότο, μπισκότο χαλάνδρι, μπισκότο θερμίδες, μπισκότο ηράκλειο, μπισκότο γιαουρτιού, μπισκότο γεμιστό θερμίδες, μπισκότο στα σουηδικά, bakelse στα ελληνικά
μπισκότο στα σουηδικά