lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μπισκότο στα γερμανικά

Λέξη:
μπισκότο (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (7):
biskuit, keks, plätzchen, gebäck, kuchen, teegebäck, zwieback
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά μπισκότο, μπισκότο χαλάνδρι, μπισκότο θερμίδες, μπισκότο ηράκλειο, μπισκότο γιαουρτιού, μπισκότο γεμιστό θερμίδες, μπισκότο στα γερμανικά, biskuit στα ελληνικά
μπισκότο στα γερμανικά