lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φτιάχνω στα σουηδικά

Λέξη:
φτιάχνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (3):
laga, reparera, bestämma
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά φτιάχνω, φτιάχνω τυρί, φτιάχνω σαπούνι μόνος μου, φτιάχνω σαπούνι, φτιάχνω προζύμι, φτιάχνω μόνος μου καλλυντικά, φτιάχνω στα σουηδικά, laga στα ελληνικά
φτιάχνω στα σουηδικά