lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βελτιώνομαι στα φινλανδικά

Λέξη:
βελτιώνομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (7):
jalostaa, kehittää, korjata, parantaa, kurittaa, oikoa, tarkistaa
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά βελτιώνομαι, βελτιώνομαι συνώνυμα, βελτιώνομαι αντιθετο, βελτιώνομαι στα φινλανδικά, jalostaa στα ελληνικά
βελτιώνομαι στα φινλανδικά