lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βελτιώνομαι στα δανική

Λέξη:
βελτιώνομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (5):
forbedre, bedre, korrigere, reparere, rette
Σχετικές λέξεις:
δανική βελτιώνομαι, βελτιώνομαι συνώνυμα, βελτιώνομαι αντιθετο, βελτιώνομαι στα δανική, forbedre στα ελληνικά
βελτιώνομαι στα δανική