lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βελτιώνομαι στα ρωσικά

Λέξη:
βελτιώνομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (6):
совершенствовать, улучшать, выпрямлять, исправлять, оправлять, поправлять
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά βελτιώνομαι, βελτιώνομαι συνώνυμα, βελτιώνομαι αντιθετο, βελτιώνομαι στα ρωσικά, совершенствовать στα ελληνικά
βελτιώνομαι στα ρωσικά