lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διαπεραστικός στα φινλανδικά

Λέξη:
διαπεραστικός (Αριθμός των γραμμάτων: 13)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (18):
ankara, hauras, kalsea, kimakka, kimeä, kireä, kirpeä, kolkko, kova, kuuma, kärkevä, läpitunkeva, pureva, tarkkanäköinen, terä, terävä, tuima, voimakas
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά διαπεραστικός, διαπεραστικός στα φινλανδικά, ankara στα ελληνικά
διαπεραστικός στα φινλανδικά