lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διαπεραστικός στα ουγγρική

Λέξη:
διαπεραστικός (Αριθμός των γραμμάτων: 13)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (6):
akut, éles, erős, forró, hegyes, szigorú
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική διαπεραστικός, διαπεραστικός στα ουγγρική, akut στα ελληνικά
διαπεραστικός στα ουγγρική