lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ικανοποιώ στα φινλανδικά

Λέξη:
ικανοποιώ (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (6):
kyllästää, tyydyttää, suorittaa, toteuttaa, hiljentää, lepyttää
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά ικανοποιώ, ικανοποιώ συνώνυμα, ικανοποιώ στα αγγλικα, ικανοποιώ μεταφραση, ικανοποιώ αγγλικα, ικανοποιώ στα φινλανδικά, kyllästää στα ελληνικά
ικανοποιώ στα φινλανδικά