lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εξοπλισμός στα βουλγαρικά

Λέξη:
εξοπλισμός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (6):
прибор, арматура, въоръжение, снаряжение, приспособление, костюм
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά εξοπλισμός, εξοπλισμός σκι, εξοπλισμός ποδηλάτου, εξοπλισμός ξενοδοχείων & είδη μαζικής εστίασης, εξοπλισμός ξενοδοχείων, εξοπλισμός κουζίνας, εξοπλισμός στα βουλγαρικά, прибор στα ελληνικά
εξοπλισμός στα βουλγαρικά