lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προκαλώ στα φινλανδικά

Λέξη:
προκαλώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (6):
aiheuttaa, aikaansaada, herättää, johtaa, tuoda, uhmata
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά προκαλώ, προκαλώ την τύχη μου, προκαλώ συνώνυμα, προκαλώ μετάφραση, προκαλώ λεξικό, προκαλώ ετυμολογία, προκαλώ στα φινλανδικά, aiheuttaa στα ελληνικά
προκαλώ στα φινλανδικά