lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προκαλώ στα ρωσικά

Λέξη:
προκαλώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (5):
вызывать, провоцировать, спровоцировать, выкликать, производить
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά προκαλώ, προκαλώ την τύχη μου, προκαλώ συνώνυμα, προκαλώ μετάφραση, προκαλώ λεξικό, προκαλώ ετυμολογία, προκαλώ στα ρωσικά, вызывать στα ελληνικά
προκαλώ στα ρωσικά