lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δυσφημώ στα αγγλικά

Λέξη:
δυσφημώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (11):
backbite, besmirch, blacken, calumniate, decry, defame, detract, scandalize, slander, slur, traduce
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά δυσφημώ, δυσφημώ μετάφραση, δυσφημώ ή δυσφημίζω, δυσφημώ στα αγγλικά, backbite στα ελληνικά
δυσφημώ στα αγγλικά