lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δυσφημώ στα γερμανικά

Λέξη:
δυσφημώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (4):
anschwärzen, verleumden, beschimpfen, üble
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά δυσφημώ, δυσφημώ μετάφραση, δυσφημώ ή δυσφημίζω, δυσφημώ στα γερμανικά, anschwärzen στα ελληνικά
δυσφημώ στα γερμανικά